Αντίθετα με τον συναγωνισμό ή την ευγενή άμιλλα όπου πολλοί άνθρωποι θα ενώσουν τις δυνάμεις τους για τον κοινό στόχο, ο όρος ανταγωνισμός χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει τον προσωπικό αγώνα ενός ατόμου μεταξύ περισσοτέρων για την διάκριση, την επικράτηση ή την επίτευξη κάποιου σκοπού ζημιώνοντας ίσως με την προσπάθεια του τα συμφέροντα των άλλων. Οι άνθρωποι που κινούνται ανταγωνιστικά χαρακτηρίζονται από αρνητικά συναισθήματα όπως άγχος, θυμό, φόβο, φθόνο, ζήλια, μνησικακία αλλά και ιδιαίτερες ψυχολογικές αντιδράσεις όπως είναι η έλλειψη επικοινωνίας, η μειωμένη ή υπερβολική θεώρηση του εαυτού, τα αισθήματα μειονεξίας και πλεονεξίας, η αρνητική αξιολόγηση της πραγματικότητας, οι μη ισορροπημένες διαπροσωπικές σχέσεις και η αδυναμία ελέγχου των παρορμήσεων. Υπό αυτές τις έννοιες, αναμένεται να παρατηρήσουμε συμπεριφορές οι οποίες είναι μονόπλευρες, απόλυτες, αρνητικές, κακόβουλες, δυσλειτουργικές και σαφώς επιθετικές.
Κάποιες από τις αφορμές που μας ωθούν να επιλέξουμε τον δρόμο του ανταγωνισμού αφορούν τα γεγονότα και τις καταστάσεις που βιώσαμε και μας σημάδεψαν, τις προθέσεις και τους προσωπικούς στόχους που θέτουμε, τα σημεία εξέλιξης που καθορίζουμε αλλά και τις κατευθυντήριες που ακολουθούμε.
Και φυσικά έγκειται στις βαθύτερες δομές της προσωπικότητας μας γιατί είναι βέβαιο ότι τα χαρακτηριστικά του εγώ μας είναι εκείνα που ορίζουν την εξέλιξη μας. Συνεπώς αν κάποιο από τα στοιχεία μας έχει αρνητική χροιά τότε ανθρωπίνως θα υιοθετήσουμε την συμπεριφορά που απαιτείται ώστε να εκφραστεί.
Βέβαια, η φιλοσοφία του συμπεριφορισμού υποστηρίζει ότι η υιοθέτησης της συμπεριφοράς του ατόμου είναι κυρίως αποτέλεσμα μάθησης και μίμησης. Άρα παρατηρώντας την ανταγωνιστική συμπεριφορά του προτύπου μας αναμφισβήτητα θα πράξουμε αναλόγως γιατί ξεκάθαρα εκείνη εκλαμβάνεται ως η πλέον κατάλληλη.
Οι επιπτώσεις μιας ανταγωνιστικής συμπεριφοράς είναι καταστροφικές αφ ενός για τον άνθρωπο που υιοθετεί την συγκεκριμένη συμπεριφορά και αφ ετέρου για το περιβάλλον που δέχεται αυτές τις κινήσεις, αφού έχει παρατηρηθεί ότι η πρόθεση ανταγωνισμού όχι μόνο δεν ενισχύει την ομαλότητα της κοινής προσπάθειας αλλά ευκόλως καταλήγει στην πόλωση του συνόλου.
Πέρα όμως από το συλλογικό καλό είναι αξιοσημείωτες οι επιδράσεις του ανταγωνισμού στο προσωπικό επίπεδο του ατόμου. Ο άνθρωπος καταβάλλεται ψυχολογικά διότι κάθε πράξη του στηρίζεται σε αρνητικές προθέσεις. Αρκετά συχνά έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του επιφέροντας ρήξη ανάμεσα στα θέλω και τις κινήσεις του ιδιαίτερα αν οι προσπάθειες του δεν εξελιχθούν θετικά. Και το πιο δυσάρεστο είναι η απομόνωση στην οποία οδηγείται εκ των πραγμάτων αφού τα κίνητρα του θα γίνουν αντιληπτά από τους άλλους ανθρώπους.
Η ψυχοθεραπεία αποτελεί μια από τις πιο αποδοτικές διαδικασίες στην διαχείριση του ανταγωνισμού. Η συνεργασία με έναν ειδικό θα αποτελέσει το κατάλληλο πλαίσιο στο οποίο θα ξετυλιχθούν όλα όσα ενισχύουν την έκφραση του ανταγωνισμού στοχεύοντας στην αναδιαμόρφωση του.
Γιατί ίσως σε ειδικές καταστάσεις ο ανταγωνισμός να οδηγεί στην ολοκλήρωση του σκοπού αλλά, σε καμία περίπτωση δεν επιφέρει αισθήματα προσωπικής ευχαρίστησης και συνθήκες συλλογικής εξέλιξης, αξίες πολύτιμες για την ισορροπημένη λειτουργία του προσωπικού και κοινωνικού γίγνεσθαι.
Βασιλική Βενέτη
Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια