Λαμβάνοντας υπόψη τους έντονους ρυθμούς της καθημερινότητας τους οποίους καλούμαστε να ακολουθησούμε, πολύ εύκολα θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι το άγχος αποτελεί ένα από τα βασικά θέματα προβληματισμού.
Στην προσπάθεια μας να ορίσουμε το άγχος θα λέγαμε ότι αποτελεί τη φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού απέναντι σε επικείμενο κίνδυνο. Δηλαδή, κάθε φορά που ο εγκέφαλος αντιληφθεί σήματα κινδύνου, το σώμα μας απαντά με καθορισμένες σωματικές αντιδράσεις όπως η ταχυκαρδία, η εφίδρωση, ο πόνος στο στήθος, η γρήγορη αναπνοή. Το άγχος λοιπόν αποτελεί ένα μηχανισμό κινητοποίησης σε καταστάσεις που απαιτούν την άμεση αντίδραση μας δίνοντας τη δυνατοτητα να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους και να προσαρμοστούμε στις θετικές και αρνητικές εξελίξεις της ζωής.
Τέλος, παρατηρούμε συγκεκριμένες αντιδράσεις στη συμπεριφορά όπως η επιθετικότητα, η αποφυγή δραστηριοτήτων, η χρήση τοξικών ουσιών, η υπερβολική κατανάλωση τροφής ή η απώλεια όρεξης και η πρόκληση ατυχήματων ως αποτέλεσμα της δυσκολίας στη συγκέντρωση.
Αν οι παραπάνω σωματικές, ψυχολογικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις υπάρχουν χωρίς αντικειμενική αιτία, για μεγάλο χρονικό διάστημα και έχουν αυξανόμενη ένταση, τότε το άτομο αποδιοργανώνεται και το άγχος μετατρέπεται σε γενικευμένη αγχώδη διαταραχή.
300.02 Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή
Α. Υπερβολικό άγχος και ανησυχία (φοβισμένη προσδοκία) που εμφανίζονται τις περισσότερες ημέρες μιας περιόδου τουλάχιστον 6 μηνών, για μια σειρά γεγονότων ή δραστηριοτήτων (όπως η εργασία και η σχολική επίδοση).
Β. Το άτομο αισθάνεται ότι είναι δύσκολο να ελέγξει την ανησυχία.
Γ. Το άγχος και η ανησυχία συνδέονται με τρία (ή περισσότερα) από τα ακόλουθα έξι συμπτώματα (με τουλάχιστον μερικά από αυτά να είναι παρόντα τις περισσότερες ημέρες κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών).
Σημείωση: Στα παιδιά απαιτείται μόνο ένα σύμπτωμα.
1. νευρικότητα ή αίσθημα αγωνίας ή τεντωμένα νεύρα
2. εύκολη κόπωση
3. δυσκολία συγκέντρωσης ή αίσθημα ότι το μυαλό αδειάζει
4. ευεριθιστότητα
5. μυϊκή τάση
6. διαταραχή του ύπνου (δυσκολία επέλευσης ή διατήρησης του ύπνου ή ανήσυχος, μη ικανοποιητικός ύπνος)
Δ. Ο εστιασμός του άγχους και της ανησυχίας του ατόμου δεν περιορίζεται σε στοιχεία μιας διαταραχής του ‘Αξονα Ι, πχ το άγχος ή η ανησυχία δεν οφείλονται στο ότι θα έχει μια προσβολή πανικού (όπως στη διαταραχή πανικού), ότι θα νιώσει αμήχανα δημόσια (όπως στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή), ότι θα απομακρυνθεί από το σπίτι ή από στενούς συγγενείς (όπως στη διαταραχή άγχους αποχωρισμού), ότι θα βάλει βάρος (όπως στη ψυχογενή ανορεξία), ότι θα έχει πολλαπλά σωματικά ενοχλήματα (όπως στη σωματοποιητική διαταραχή)ή ότι έχει μία σοβαρή ασθένεια (όπως στην υποχονδρίαση), ενώ το άγχος και η ανησυχία δεν εμφανίζονται αποκλειστικά κατά τη διάρκεια διαταραχής μετά από τραυματικό στρες.
Ε. Το άγχος, η ανησυχία ή τα σωματικά συμπτώματα προκαλούν κλινικά σημαντική ενόχληση ή έκπτωση των κοινωνικών, επαγγελματικών ή άλλων σημαντικών περιοχών της λειτουργικότητας.
ΣΤ. Η διαταραχή δεν οφείλεται στις άμεσες φυσιολογικές δράσεις μιας ουσίας (πχ ουσία κατάχρησης, φάρμακα) ή σε γενική σωματική κατάσταση (πχ υπερθυρεοειδισμός), ενώ δεν εμφανίζεται αποκλειστικά κατά τη διάρκεια μιας διαταραχής της διάθεσης, μιας ψυχωτικής διαταραχής ή μιας διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής.
Αναζητώντας τις αιτίες της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής θα συναντήσουμε τόσο βιολογικούς όσο και ψυχολογικούς παράγοντες καθώς και θέματα που αφορούν την συμπεριφορά αλλά και την προσωπικότητα του ατόμου, ικανά να πυροδοτήσουν την εκδήλωση της ψυχικής διαταραχής. Έτσι λοιπόν σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν τα μη ισορροπημμένα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών και πιο συγκεκριμένα της σεροτοτίνης, χημικής ουσίας που εκκρύεται από τον εγκέφαλο και επηρεάζει σημαντικά τη διάθεση μας, η υπερλειτουργία του θυροειδή αδένα καθώς και η κληρονομική προδιάθεση της διαταραχής.
Τα έντονα και τραυματικά γεγονότα που βιώνουμε κυρίως κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, το μη υγιές οικογενειακό περιβάλλον, ο τρόπος ανατροφής, ο έντονος και απαιτητικός τρόπος ζωής, οι ανικανοποίητες ψυχολογικές και συναισθηματικές ανάγκες μας αλλά και η διάγνωση μιας σοβαρής ασθένειας όπως είναι ο καρκίνος, ο σακχαρώδης διαβήτης και η αρτηριακή πίεση. Ενώ, έρευνες έχουν αποδείξει ότι άτομα με συγκεκριμένους τύπους προσωπικότητας είναι πιο επιρρεπή στις αγχώδεις διαταραχές.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι ο λανθασμένος τρόπος διαχείρισης του άγχους καταλήγει σε διαταραχή. Τότε, το άτομο υιοθετεί έναν αρνητικό τρόπο σκέψης που περιέχει το στοιχείο της απειλής για τον ευατό του, τον κόσμο και το μέλλον. Ο αρνητικός τρόπος σκέψης με τη σειρά του αυξάνει το άγχος και το άγχος αυξάνει τις αρνητικές σκέψεις.
Τότε είναι ιδιαίτερα ωφέλιμο να ενισχύσουμε τον εαυτό ώστε να διαχειριστεί αποτελεσματικά όσα συμβαίνουν. Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση σε συγκεκριμένες καταστάσεις δίνοντας το δικαίωμα στον ευατό μας να αισθάνεται άγχος σε αυτές. Σε κάθε προσπάθεια μας, να χαιρόμαστε όταν πραγματοποιούμε τις δραστηριότητες και να μην δίνουμε έμφαση μόνο στο αποτέλεσμα τους. Να παρατηρούμε τον εαυτό μας και να επιβραβεύουμε κάθε επίτευγμα. Να οργανώνουμε τον χρόνο μας με το να προετοιμάζουμε από το προηγούμενο βράδυ το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας. Να εξετάζουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των αποφάσεων και των πράξεων μας. Να εστιαζόμαστε στις θετικές σκέψεις ή να αποδεχόμαστε τις αρνητικές γνωρίζοντας ότι είναι απλώς σκέψεις εντοπίζοντας τα θετικά στοιχεία που τυχόν περιέχουν. Να συνειδητοποιήσουμε ότι τα λάθη μας είναι ευκαιρία μάθησης και όχι αποτέλεσμα προσωπικής αποτυχίας. Να ασκούμαστε σωματικά. Να μην θεωρήσουμε αδυναμία την υποστήριξη από ειδικό όταν νιώθουμε ότι το άγχος είναι έντονο, εμφανίζεται συχνά, επηρεάζει την διάθεση και εμποδίζει την καθημερινότητα μας.
Αντιθέτως, όταν παρατηρούμε ότι κάποιος άνθρωπος από το περιβάλλον μας αντιμετωπίζει αυξημένα επίπεδα άγχους, βοηθά αρκετά να παραμένουμε ψύχραιμοι κάθε φορά που πανικοβάλλεται αλλά και να αναγνωρίζουμε ότι είναι απολύτως φυσιολογικό να αισθάνομαστε και εμείς άγχος κάποιες φορές. Είναι αποτελεσματικό να είμαστε δεκτικοί και υπομονετικοί, να επιβραβεύουμε τα θετικά των πράξεων του αποφεύγοντας να κριτικάρουμε τις αρνητικές πράξεις του και να ρωτάμε τι ακριβώς χρειάζεται όταν νιώθει αγχωμένος. Να διαπραγματευόμαστε την αποφυγή του για συγκεκριμένες καταστάσεις προτείνοντας ρεαλιστικές εναλλακτικές λύσεις. Να δείχνουμε ότι κατανοούμε την συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται χωρίς να μπλοκάρουμε τα συναισθήματα του παροτρύνοντας τον άνθρωπο να καταφύγει σε ειδικό θεραπευτή.
Βασιλική Βενέτη
Κλινική Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια
Στην προσπάθεια μας να ορίσουμε το άγχος θα λέγαμε ότι αποτελεί τη φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού απέναντι σε επικείμενο κίνδυνο. Δηλαδή, κάθε φορά που ο εγκέφαλος αντιληφθεί σήματα κινδύνου, το σώμα μας απαντά με καθορισμένες σωματικές αντιδράσεις όπως η ταχυκαρδία, η εφίδρωση, ο πόνος στο στήθος, η γρήγορη αναπνοή. Το άγχος λοιπόν αποτελεί ένα μηχανισμό κινητοποίησης σε καταστάσεις που απαιτούν την άμεση αντίδραση μας δίνοντας τη δυνατοτητα να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους και να προσαρμοστούμε στις θετικές και αρνητικές εξελίξεις της ζωής.
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις στις οποίες ο εγκέφαλος δεν εξετάζει αντικειμενικά την ύπαρξη κινδύνου, ή όταν ο κίνδυνος έχει υποχωρήσει, ο εγκέφαλος συνεχίζει να εκτιμά ότι ακόμα υπάρχει και τότε το άγχος βιώνεται ως δυσάρεστο και αρνητικό. Υπό αυτές τις συνθήκες το άγχος χαρακτηρίζεται ως παθολογικό και περιγράφει την υποκειμενική κατάσταση ανησυχίας που νιώθουμε ως απάντηση σε ποικίλες καταστάσεις που δεν περιέχουν κίνδυνο αλλά βιώνουμε ως απειλητικές.
Οι σωματικές αντιδράσεις όπως οι πονοκέφαλοι, η υπέρταση, οι πόνοι στο στήθος, η ξηρότητα του στόματος, οι μυϊκοί και κοιλιακοί πόνοι, ο βήχας, η δύσπνοια και το άσθμα, η αϋπνία, η εφίδρωση, η μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας είναι περισσότερο έντονες ενώ σημειώνουμε την εμφάνιση ψυχολογικών συμπτωμάτων όπως η ευερεθιστότητα, η έλλειψη ενδιαφέροντος για ζωή, το αίσθημα αποτυχίας, η ανησυχία για το μέλλον και οι δυσκολίες στη συγκέντρωση.
Τέλος, παρατηρούμε συγκεκριμένες αντιδράσεις στη συμπεριφορά όπως η επιθετικότητα, η αποφυγή δραστηριοτήτων, η χρήση τοξικών ουσιών, η υπερβολική κατανάλωση τροφής ή η απώλεια όρεξης και η πρόκληση ατυχήματων ως αποτέλεσμα της δυσκολίας στη συγκέντρωση.
Αν οι παραπάνω σωματικές, ψυχολογικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις υπάρχουν χωρίς αντικειμενική αιτία, για μεγάλο χρονικό διάστημα και έχουν αυξανόμενη ένταση, τότε το άτομο αποδιοργανώνεται και το άγχος μετατρέπεται σε γενικευμένη αγχώδη διαταραχή.
300.02 Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή
Α. Υπερβολικό άγχος και ανησυχία (φοβισμένη προσδοκία) που εμφανίζονται τις περισσότερες ημέρες μιας περιόδου τουλάχιστον 6 μηνών, για μια σειρά γεγονότων ή δραστηριοτήτων (όπως η εργασία και η σχολική επίδοση).
Β. Το άτομο αισθάνεται ότι είναι δύσκολο να ελέγξει την ανησυχία.
Γ. Το άγχος και η ανησυχία συνδέονται με τρία (ή περισσότερα) από τα ακόλουθα έξι συμπτώματα (με τουλάχιστον μερικά από αυτά να είναι παρόντα τις περισσότερες ημέρες κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών).
Σημείωση: Στα παιδιά απαιτείται μόνο ένα σύμπτωμα.
1. νευρικότητα ή αίσθημα αγωνίας ή τεντωμένα νεύρα
2. εύκολη κόπωση
3. δυσκολία συγκέντρωσης ή αίσθημα ότι το μυαλό αδειάζει
4. ευεριθιστότητα
5. μυϊκή τάση
6. διαταραχή του ύπνου (δυσκολία επέλευσης ή διατήρησης του ύπνου ή ανήσυχος, μη ικανοποιητικός ύπνος)
Δ. Ο εστιασμός του άγχους και της ανησυχίας του ατόμου δεν περιορίζεται σε στοιχεία μιας διαταραχής του ‘Αξονα Ι, πχ το άγχος ή η ανησυχία δεν οφείλονται στο ότι θα έχει μια προσβολή πανικού (όπως στη διαταραχή πανικού), ότι θα νιώσει αμήχανα δημόσια (όπως στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή), ότι θα απομακρυνθεί από το σπίτι ή από στενούς συγγενείς (όπως στη διαταραχή άγχους αποχωρισμού), ότι θα βάλει βάρος (όπως στη ψυχογενή ανορεξία), ότι θα έχει πολλαπλά σωματικά ενοχλήματα (όπως στη σωματοποιητική διαταραχή)ή ότι έχει μία σοβαρή ασθένεια (όπως στην υποχονδρίαση), ενώ το άγχος και η ανησυχία δεν εμφανίζονται αποκλειστικά κατά τη διάρκεια διαταραχής μετά από τραυματικό στρες.
Ε. Το άγχος, η ανησυχία ή τα σωματικά συμπτώματα προκαλούν κλινικά σημαντική ενόχληση ή έκπτωση των κοινωνικών, επαγγελματικών ή άλλων σημαντικών περιοχών της λειτουργικότητας.
ΣΤ. Η διαταραχή δεν οφείλεται στις άμεσες φυσιολογικές δράσεις μιας ουσίας (πχ ουσία κατάχρησης, φάρμακα) ή σε γενική σωματική κατάσταση (πχ υπερθυρεοειδισμός), ενώ δεν εμφανίζεται αποκλειστικά κατά τη διάρκεια μιας διαταραχής της διάθεσης, μιας ψυχωτικής διαταραχής ή μιας διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής.
Αναζητώντας τις αιτίες της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής θα συναντήσουμε τόσο βιολογικούς όσο και ψυχολογικούς παράγοντες καθώς και θέματα που αφορούν την συμπεριφορά αλλά και την προσωπικότητα του ατόμου, ικανά να πυροδοτήσουν την εκδήλωση της ψυχικής διαταραχής. Έτσι λοιπόν σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν τα μη ισορροπημμένα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών και πιο συγκεκριμένα της σεροτοτίνης, χημικής ουσίας που εκκρύεται από τον εγκέφαλο και επηρεάζει σημαντικά τη διάθεση μας, η υπερλειτουργία του θυροειδή αδένα καθώς και η κληρονομική προδιάθεση της διαταραχής.
Τα έντονα και τραυματικά γεγονότα που βιώνουμε κυρίως κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, το μη υγιές οικογενειακό περιβάλλον, ο τρόπος ανατροφής, ο έντονος και απαιτητικός τρόπος ζωής, οι ανικανοποίητες ψυχολογικές και συναισθηματικές ανάγκες μας αλλά και η διάγνωση μιας σοβαρής ασθένειας όπως είναι ο καρκίνος, ο σακχαρώδης διαβήτης και η αρτηριακή πίεση. Ενώ, έρευνες έχουν αποδείξει ότι άτομα με συγκεκριμένους τύπους προσωπικότητας είναι πιο επιρρεπή στις αγχώδεις διαταραχές.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι ο λανθασμένος τρόπος διαχείρισης του άγχους καταλήγει σε διαταραχή. Τότε, το άτομο υιοθετεί έναν αρνητικό τρόπο σκέψης που περιέχει το στοιχείο της απειλής για τον ευατό του, τον κόσμο και το μέλλον. Ο αρνητικός τρόπος σκέψης με τη σειρά του αυξάνει το άγχος και το άγχος αυξάνει τις αρνητικές σκέψεις.
Τότε είναι ιδιαίτερα ωφέλιμο να ενισχύσουμε τον εαυτό ώστε να διαχειριστεί αποτελεσματικά όσα συμβαίνουν. Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση σε συγκεκριμένες καταστάσεις δίνοντας το δικαίωμα στον ευατό μας να αισθάνεται άγχος σε αυτές. Σε κάθε προσπάθεια μας, να χαιρόμαστε όταν πραγματοποιούμε τις δραστηριότητες και να μην δίνουμε έμφαση μόνο στο αποτέλεσμα τους. Να παρατηρούμε τον εαυτό μας και να επιβραβεύουμε κάθε επίτευγμα. Να οργανώνουμε τον χρόνο μας με το να προετοιμάζουμε από το προηγούμενο βράδυ το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας. Να εξετάζουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των αποφάσεων και των πράξεων μας. Να εστιαζόμαστε στις θετικές σκέψεις ή να αποδεχόμαστε τις αρνητικές γνωρίζοντας ότι είναι απλώς σκέψεις εντοπίζοντας τα θετικά στοιχεία που τυχόν περιέχουν. Να συνειδητοποιήσουμε ότι τα λάθη μας είναι ευκαιρία μάθησης και όχι αποτέλεσμα προσωπικής αποτυχίας. Να ασκούμαστε σωματικά. Να μην θεωρήσουμε αδυναμία την υποστήριξη από ειδικό όταν νιώθουμε ότι το άγχος είναι έντονο, εμφανίζεται συχνά, επηρεάζει την διάθεση και εμποδίζει την καθημερινότητα μας.
Αντιθέτως, όταν παρατηρούμε ότι κάποιος άνθρωπος από το περιβάλλον μας αντιμετωπίζει αυξημένα επίπεδα άγχους, βοηθά αρκετά να παραμένουμε ψύχραιμοι κάθε φορά που πανικοβάλλεται αλλά και να αναγνωρίζουμε ότι είναι απολύτως φυσιολογικό να αισθάνομαστε και εμείς άγχος κάποιες φορές. Είναι αποτελεσματικό να είμαστε δεκτικοί και υπομονετικοί, να επιβραβεύουμε τα θετικά των πράξεων του αποφεύγοντας να κριτικάρουμε τις αρνητικές πράξεις του και να ρωτάμε τι ακριβώς χρειάζεται όταν νιώθει αγχωμένος. Να διαπραγματευόμαστε την αποφυγή του για συγκεκριμένες καταστάσεις προτείνοντας ρεαλιστικές εναλλακτικές λύσεις. Να δείχνουμε ότι κατανοούμε την συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται χωρίς να μπλοκάρουμε τα συναισθήματα του παροτρύνοντας τον άνθρωπο να καταφύγει σε ειδικό θεραπευτή.
Βασιλική Βενέτη
Κλινική Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου