Ας θυμηθούμε τις στιγμές που έτυχε να εγκαταλείψουμε κάποια δραστηριότητα επειδή δεν εξελισσόταν με τον τρόπο που θέλαμε αλλά και εκείνες που με αμέριστη περηφάνια καταφέραμε να υλοποιήσουμε με τελειότητα ότι είχαμε καθορίσει ως προτεραιότητα στην ζωή μας.
Είναι αλήθεια πως η τελειότητα ως διαδικασία εξέλιξης αποτελεί ένα σημαντικό και ταυτόχρονα απαραίτητο εργαλείο για την πρόοδο της ανθρώπινης φύσης.
Τι συμβαίνει όμως όταν ξεπερνούμε εκείνη την λεπτή διαχωριστική γραμμή που καθορίζει τα όρια ανάμεσα στην τελειότητα και την τελειομανία;
Το χαρακτηριστικό της τελειομανίας περιγράφει την τάση του ανθρώπου να θέτει ανέφικτους και μη ρεαλιστικούς στόχους προς επίτευξη προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να ικανοποιήσει άλλες διεργασίες κυρίως ψυχικού περιεχόμενου. Δίνοντας ένα παράδειγμα θα υποστηρίζαμε ότι, πολλοί άνθρωποι κοπιάζοντας να καταφέρουν όσα στην πραγματικότητα είναι αδύνατα, αποβλέπουν στην ενδυνάμωση της εικόνας του εαυτού.
Και μπορεί η τελειομανία να αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά στην προσωπικότητα των ανθρώπων που επιζητούν το άριστο, όμως δεν είναι αρκετό για να περιγράψει ολικά την δομική διάσταση εκείνων αφού, έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι τελειομανείς, είναι άνθρωποι που διαθέτουν συγκεκριμένα ψυχικά στοιχεία.
Αν λοιπόν τυχαίνει να μην συμβιβαζόμαστε με τίποτα λιγότερο από το τέλειο τότε, διακρινόμαστε από υψηλά επίπεδα άγχους και φόβου για οποιαδήποτε πιθανή αποτυχία αλλά και από αισθήματα ματαιότητας, αναξιότητας και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Παραμένουμε άκαμπτοι και απαισιόδοξοι, νιώθουμε εύκολα ντροπή, θυμό και ενοχές, έχουμε μειωμένη αποδοτικότητα στις καθημερινές απαιτήσεις και υπερβολική πίστη στους κανόνες, στις ηθικές αξίες και στα «πρέπει».
Ο απόλυτος και αρνητικός τρόπος σκέψης που διαθέτουμε, από την μια πλευρά μας ωθεί στην υιοθέτηση διαφορετικών εξαρτητικών συμπεριφορών τις οποίες εκδηλώνουμε κυρίως μέσα από τον θαυμασμό που νιώθουμε για τα επιτεύγματα των άλλων ανθρώπων και από την άλλη, μας κρατά εγκλωβισμένους στον φαύλο κύκλο της τελειομανίας.
Πιο συγκεκριμένα, στηριζόμενοι στην αρνητική εικόνα για τον εαυτό, αρχικά καθορίζουμε υψηλούς στόχους, τους οποίους αδυνατούμε να φέρουμε εις πέρας, όχι εξαιτίας της ανικανότητας μας αλλά λόγω της ανέφικτης ιδιότητας αυτών. Αφού συνειδητοποιήσουμε ότι δεν καταφέραμε να φθάσουμε στο τέλειο, εκφράζουμε την δυσαρέσκεια μας με πεποιθήσεις μειωμένης παραγωγικότητας και αποτελεσματικότητας οι οποίες με την σειρά τους αυξάνουν τα επίπεδα της χαμηλής αυτοεκτίμησης, του άγχους και της καταθλιπτικής διάθεσης. Κατά συνέπεια, αναδιαμορφώνουμε την προσπάθεια μας θέτοντας νέους και υψηλότερους στόχους προς ολοκλήρωση.
Σύμφωνα με τον Flett και τους Καναδούς επιστήμονες, τρεις είναι οι βασικοί τύποι προσωπικότητας των τελειομανών.
Οι τελειομανείς με αυτό-προσανατολισμό, δηλαδή οι άνθρωποι που κοπιάζουν για την τελειότητα του εαυτού καθορίζοντας υψηλά πρότυπα επιτυχίας τα οποία καταλήγουν στην εκδήλωση συμπτωμάτων κατάθλιψης και διατροφικών διαταραχών.
Οι τελειομανείς με εξωτερικό προσανατολισμό δηλαδή εκείνοι που αναζητούν την τελειότητα από τους άλλους ανθρώπους απαιτώντας να είναι τέλειοι με συνέπεια να νιώθουν δυσαρεστημένοι στις διαπροσωπικές σχέσεις, ιδιαίτερα στις σεξουαλικές, εξωτερικεύοντας συχνά συναισθήματα έντονου θυμού.
Και, οι τελειομανείς με κοινωνικό προσανατολισμό, δηλαδή τα άτομα που πιστεύουν ότι οι άλλοι αναμένουν την τελειότητα από τον εαυτό τους εκδηλώνοντας υπερβολικό άγχος, αντιδράσεις κατάθλιψης και συμπτώματα διατροφικών διαταραχών.
Οι αιτίες της τελειομανίας φαίνεται να έχουν τις ρίζες τους στην παιδική ηλικία. Αν λάβουμε υπόψη την θεωρία του συμπεριφορισμού περί υιοθέτησης της συμπεριφοράς και διαμόρφωσης της προσωπικότητας μέσα από την μίμηση και την μάθηση, θα λέγαμε ότι οι άνθρωποι που τρέφονται από την τελειομανία, εξελίχτηκαν σε ένα αυστηρό, επικριτικό και ψυχρό συναισθηματικά οικογενειακό περιβάλλον το οποίο στηριζόταν στην μειωμένη αποδοχή και στις υψηλές απαιτήσεις των απόλυτων και αντίστοιχα τελειομανών γονεικών προτύπων. Η διαντίδραση στο συγκεκριμένο οικογενειακό περιβάλλον φέρνει ως συνέχεια οι ίδιοι, στην ενήλικη ζωή τους, να αναζητούν ανθρώπους που διαθέτουν εκείνα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που θα αποτελέσουν τις βάσεις για την δημιουργία νέων ανταγωνιστικών σχέσεων οι οποίες θα διαμορφώσουν την καλύτερη ιδανική κατάσταση για την διατήρηση της τελειομανίας.
Βέβαια, έχουν καταγραφεί περιπτώσεις κατά τις οποίες οι άνθρωποι ανατράφηκαν σε οικογενειακά περιβάλλοντα που δεν περιείχαν τις αναφερθέντες συνθήκες αλλά στην σχολική ζωή, συνδιαλέχτηκαν με απαιτητικές, επικριτικές και τελειοθηρικές προσωπικότητες εκπαιδευτικών οι οποίες ήταν ικανές να αποτελέσουν δυνατά πρότυπα και να ενισχύσουν την υιοθέτηση της τελειομανής συμπεριφοράς.
Πρόσθετα, η τελειομανία συναντάτε ως ψυχολογικό σύμπτωμα σε ορισμένες ψυχικές διαταραχές όπως είναι η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή της προσωπικότητας, η νευρική ανορεξία, οι αγχώδεις διαταραχές και οι διαταραχές της διάθεσης.
Σύμφωνα με τα διαγνωστικά κριτήρια της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας, ο άνθρωπος που υποφέρει από την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή της προσωπικότητας διακρίνεται από τελειοθηρία σε βαθμό που είναι ανίκανος να ολοκληρώσει μια προγραμματισμένη δραστηριότητα αφού δεν πληρούνται οι δικές του αυστηρές προδιαγραφές.
Ενώ, στις γυναίκες που πάσχουν από νευρική ανορεξία καταγράφεται η τάση για τελειοθηρία στα πλαίσια της προσδοκίας τους να αποτελούν ή να μοιάζουν στο «ιδανικό» πρότυπο που εκείνες έχουν καθορίσει υποστηρίζοντας την πεποίθηση ότι χρειάζεται να είναι τέλειες για να αγαπηθούν από το περιβάλλον τους.
Και, οι άνθρωποι που υποφέρουν από τις αγχώδεις διαταραχές ή τις διαταραχές της διάθεσης πολλές φορές εκφράζουν την ανησυχία και τον φόβο που νιώθουν για το μέλλον σε τελειοθηρικές τάσεις και άγχη που αφορούν στην απόδοση τους χωρίς όμως να αποκλείεται η διαπίστωση ότι η τελειοθηρία ως χαρακτηριστικό είναι αρκετή να αυξήσει τα επίπεδα του στρες και της δυσαρέσκειας στην καθημερινότητα τους επιφέροντας τις αναμενόμενες αντιδράσεις.
Και μπορεί φαινομενικά, η τελειομανία να δρα ενισχυτικά ωθώντας τον άνθρωπο στην εκπλήρωση των στόχων του ωστόσο, μακροπρόθεσμα αποδεικνύεται ότι επιδρά καταστροφικά αφού, σταδιακά καταλήγει σε έκπτωση της λειτουργικότητας του ανθρώπου, σε στατικότητα και σε ψυχικές παθήσεις.
Και αν αποδεχτούμε ότι προσπαθώντας να αποφύγουμε μια ενδεχόμενη αποτυχία, εστιάζουμε στα λάθη μας, τότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκαλέσουμε συνειδητά ή ασυνείδητα στην εξέλιξη μας οτιδήποτε αρνητικό δεν θέλουμε να συμβεί.
Μα το πιο σοβαρό από όλα είναι ότι φοβούμενοι τις επιπτώσεις μιας λανθασμένης επιλογής, αποφεύγουμε τον πειραματισμό, απαγορεύοντας ταυτόχρονα σε εμάς το δικαίωμα της απόκτησης νέων εμπειριών.
Υπό την θεώρηση των συνεπειών της τελειομανίας, αποδεικνύεται ότι είναι περισσότερο αποδοτικό να ζούμε χωρίς την ψευδαίσθηση της, επιλέγοντας όμως την τελειότητα ως εφαλτήριο για την ατομική μας ανάδυση.
Για αυτό είναι αποδοτικό, να ανιχνεύσουμε τις υπερβολικές και συνάμα απαιτητικές πεποιθήσεις που οδηγούν στην ανάγκη της τελειομανίας και, αντικαθιστώντας αυτές με περισσότερο ρεαλιστικές, να επιλέξουμε εναλλακτικές διαδρομές προσωπικής εξέλιξης.
Ωφελεί εξίσου να παρατηρήσουμε αντικειμενικά τα κίνητρα των συμπεριφορών μας ώστε να αντιληφθούμε καλύτερα τις επιλογές μας και να εκτιμήσουμε περισσότερο τον εαυτό μας.
Προσπαθώντας να μην είμαστε τέλειοι, αφ ενός αδιαφορούμε για την κριτική άποψη των άλλων και αφ ετέρου, μαθαίνουμε να αγαπάμε τα λάθη μας τα οποία αν αξιολογηθούν καταλλήλως θα αποτελέσουν σημαντικά σημεία αλλαγής.
Επίσης, αν ορίζουμε εφικτούς στόχους σύμφωνα με τις προσωπικές μας αξίες, μειώνουμε αισθητά το άγχος που νιώθουμε κάθε φορά που καλούμαστε να εκπληρώσουμε οποιαδήποτε υπερβολική απαίτηση.
Και αν καταφέρουμε να μην νοιαζόμαστε τόσο για την υλοποίηση των στόχων αλλά να απολαμβάνουμε την διαδικασία της πραγματοποίησης αυτών τότε, θα νιώσουμε πιο ήρεμοι και σίγουροι για εμάς αφού, θα ενδιαφερόμαστε πιο πολύ για την έκφραση των επιθυμιών και την κάλυψη των προσωπικών μας αναγκών.
Γιατί από οποία οπτική και αν το δούμε, τελικά θα διαπιστώσουμε ότι πάνω από όλα είμαστε άνθρωποι και ως ανθρώπινα όντα διατηρούμε πάντα το δικαίωμα της λανθασμένης επιλογής!
Βασιλική Βενέτη, Post M.A.
Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, «Διεπιστημονικό Δίκτυο Εξειδίκευσης Επαγγελματιών Ψυχικής Υγείας»