Σύμφωνα με όλες σχεδόν τις ψυχολογικές θεωρίες για την ανάπτυξη της υγιής προσωπικότητας του ατόμου, διαμορφώνουμε τις δομές του Εαυτού ακολουθώντας συγκεκριμένα ψυχικά σταδία καθ όλη την διάρκεια της ζωής μας.
Μια από τις πλέον γνωστές θεωρίες για την εξέλιξη της προσωπικότητας του ατόμου καθιερώθηκε από τον πατέρα της ψυχανάλυσης τον Sigmund Freud.
Η σταδιακή διάσταση της προσωπικότητας, πρεσβεύει ότι ο άνθρωπος από την στιγμή της γέννησης ως τους 18 μήνες, βιώνοντας το στοματικό στάδιο, λαμβάνει την ευχαρίστηση και εκφράζει την σεξουαλική ανάγκη του μέσω της στοματικής περιοχής η οποία αποτελεί την ερωτογενή ζώνη του παιδιού. Συνήθως το στήθος της μητέρας ή το υποκατάστατο αυτού αποτελούν το πρώτο αντικείμενο της σεξουαλικής επιθυμίας.
Στο πρωκτικό στάδιο, από τους 18 μήνες ως τα 2 ½ έτη, το παιδί αρχίζει σταδιακά να αντιλαμβάνεται και να ορίζει τον εαυτό του στον χώρο με την άσκηση του έλεγχο που μπορεί να επιφέρει στην λειτουργία των σφικτήρων.
Από τα 3 ως τα 6 χρόνια, κατά τη διάρκεια του φαλλικού σταδίου με κυρίαρχα στοιχεία το Οιδιπόδειο σύμπλεγμα και το σύμπλεγμα της Ηλέκτρας, το παιδί αρχίζει να διαμορφώνει την ταυτότητα του και να κατανοεί τις διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα.
Ενώ, στο στάδιο της λανθάνουσας σεξουαλικότητας, από τα 6 μέχρι τα 11 χρόνια, το παιδί αρχίζει να κοινωνικοποιείται διαμορφώνοντας τις πρώτες διαπροσωπικές σχέσεις κυρίως μέσα από τις γνωριμίες που θα έχει στο σχολικό περιβάλλον.
Τέλος, στο γεννητικό στάδιο, από τα 11 ως τα 18 χρόνια, ο έφηβος πια έχει αφυπνιστεί βιολογικά αλλά και σεξουαλικά και ισχυροποιώντας το Εγώ προχωρά στην αναζήτηση του κατάλληλου ερωτικού συντρόφου για να εκπληρώσει με αυτόν τον τρόπο την φυσιολογική και ψυχολογική ανάγκη της διαιώνισης του ανθρώπινου είδους.
Και μπορεί, να απέχουμε χρονικά πολλά έτη από την εποχή που ο Freud θεμελίωσε την θεωρία του αλλά, φαίνεται πως οι βασικές ανάγκες του ατόμου παραμένουν σταθερές αφού, ακόμα και σήμερα, οι άνθρωποι ανάμεσα στις άλλες αναζητήσεις, θέτουν ως στόχο την εύρεση του ιδανικού συντρόφου με αρχικό σκοπό το ερωτικό ταίριασμα που θα καταλήξει στην δημιουργία της οικογενειακής εστίας.
Όταν λοιπόν δύο σύντροφοι συναντηθούν στο σταυροδρόμι της ζωής, θα έρθουν κοντά ψυχικά εκφράζοντας τα συναισθήματα τους κυρίως μέσω της ερωτικής επαφής. Στο πρώτο διάστημα της ερωτικής σχέσης, η σεξουαλικότητα του ζευγαριού είναι συχνή και έντονη. Το πληθος των συνευρέσεων αφ ενός αποσκοπεί στην απόλαυση και στην εκτόνωση του ερωτικού πάθους, αφ ετέρου ισχυροποιεί την ψυχική «εξάρτηση» ανάμεσα στους εραστές ώστε να δεθούν περισσότερο συναισθηματικά και να νιώσουν έτοιμοι για να προχωρήσουν στην τεκνοποίηση.
Κατά βάση, όλοι τρέφουμε την πεποίθηση ότι, κάποια στιγμή στην ζωή μας θα έχουμε την τύχη να φέρουμε παιδιά στον κόσμο. Επειδή όμως σε κάθε πτυχή της εξέλιξης, υπάρχει η δυνατότητα της ατομικής βούλησης, κάποιοι από εμάς ίσως δεν θα αναλάβουν το ρίσκο της γονεικής φιγούρας και κάποιοι άλλοι πιθανόν να επιδιώξουν την αύξηση του πληθυσμού της γης ακολουθώντας πιστά την «γνωστή συνταγή».
Παρ όλα αυτά, επιδημιολογικές έρευνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας απέδειξαν ότι το 8-12% των ζευγαριών που προσπαθεί να αποκτήσει απογόνους αντιμετωπίζει δυσκολίες κατά την διάρκεια της διαδικασίας.
Ως υπογονιμότητα ορίζεται η αδυναμία του ζευγαριού να επιτύχει σύλληψη ύστερα από ένα έτος τακτικών σεξουαλικών επαφών χωρίς αντισυλληπτική προστασία.
Η υπογονιμότητα δεν πρέπει να συγχέεται με την στειρότητα, είναι μια διαταραχή της υγείας η οποία εξαρτάται από πολλούς παράγοντες κυρίως ψυχολογικής φύσεως.
Το οξύ και έντονο άγχος συχνά κατηγορείται ότι εμποδίζει την φυσική σύλληψη ενός εμβρύου. Η Αμερικάνικη Ψυχιατρική Εταιρεία, με ειδικά διαγνωστικά κριτήρια καθορίζει ότι η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή εκφράζεται με σταθερή ανησυχία και φοβισμένη προσδοκία τις περισσότερες ημέρες μιας περιόδου τουλάχιστον 6 μηνών, για μια σειρά καθημερινών γεγονότων ή δραστηριοτήτων. Το άτομο αισθάνεται ότι είναι δύσκολο να ελέγξει την ανησυχία που νιώθει ενώ, η ψυχολογική αντίδραση του συνδέεται με τρία ή περισσότερα από τα ακόλουθα έξι συμπτώματα όπως είναι η νευρικότητα, η εύκολη κόπωση, η δυσκολία στην συγκέντρωση, η ευεριθιστότητα, η μυϊκή τάση και η δυσκολία επέλευσης ή διατήρησης του ύπνου.
Το άγχος και τα σωματικά συμπτώματα προκαλούν κλινικά σημαντική ενόχληση ή έκπτωση των κοινωνικών, επαγγελματικών ή άλλων σημαντικών περιοχών της λειτουργικότητας του ατόμου.
Πώς όμως το άγχος δρα ανασταλτικά στην προσπάθεια του ζευγαριού να αποκτήσει παιδιά;
Αν υποθέσουμε ότι ένα ζευγάρι επιθυμεί διακαώς να τεκνοποιήσει, η ενθουσιώδης αγωνία του μπορεί να επιδράσει αρνητικά στις συστηματικές προσπάθειες της αναπαραγωγής. Για αυτό, δεν ακούμε τυχαία τους ειδικούς να συμβουλεύουν τους συντρόφους να ηρεμήσουν και να αφήσουν την φύση να κάνει την δουλειά της. Υπό αυτήν την θεώρηση, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι περισσότερες συλλήψεις συμβαίνουν σε περιόδους χαλάρωσης του ζευγαριού.
Επίσης, όταν είμαστε αγχωμένοι οι ορμονικές ισορροπίες του οργανισμού διαταράσσονται αισθητά με συνέπεια να εμποδίζεται η φυσιολογική διαδικασία της σύλληψης.
Και μπορεί η έλευση ενός παιδιού να είναι μια από τις ευτυχέστερες εμπειρίες, στην πραγματικότητα όμως η γέννηση και η ανατροφή ενός ανθρώπου φέρει αρκετές ευθύνες οι οποίες ευκόλως θα αγχώσουν και θα προβληματίσουν συνειδητά ή ασυνείδητα τους υποψήφιους γονείς.
Επειδή όμως η γέννηση ενός ή πολλών παιδιών αποτελεί σταθμό στην ζωή των ανθρώπων, όταν το ζευγάρι σημειώνει ενδείξεις υπογονιμότητας είναι ωφέλιμο να προχωρά στις απαιτούμενες θεραπευτικές μεθόδους.
Πριν από κάθε θεραπεία χρειάζεται να τεθεί μια σαφής διάγνωση. Η κλινική αξιολόγηση της υπογονιμότητας γίνεται από εξειδικευμένο γιατρό συνήθως γυναικολόγο, ανδρολόγο ή ενδοκρινολόγο ο οποίος προχωρά σε μια σειρά από εργαστηριακές και όχι μόνο εξετάσεις που θα λάβει υπόψη του για να προτείνει την κατάλληλη ιατρική υποβοηθούμενη παρέμβαση ώστε να επιτευχθεί το ευτυχές γεγονός της κυοφορίας.
Πρόσθετα, σημαντική είναι η υποστήριξη από έναν ειδικό θεραπευτή. Πρώτο μέλημα του ψυχολόγου ή του ψυχοθεραπευτή είναι η εδραίωση ενός καλού θεραπευτικού κλίματος το οποίο θα διακρίνεται από αισθήματα ασφάλειας και εμπιστοσύνης ώστε στην συνέχεια, να ενημερώσει το ζευγάρι αναλυτικά για τις αντικειμενικές διαστάσεις του φαινομένου της υπογονιμότητας φυσιολογικοποιώντας τα αρνητικά συναισθήματα αυτών που προκύπτουν από τον προβληματισμό που καλούνται να αντιμετωπίσουν.
Ενώ, δουλεύοντας υποστηρικτικά θα ενισχύσει την καλή επικοινωνία, την αμοιβαία εκτίμηση και τον σεβασμό ανάμεσα στους συντρόφους, και θα ολοκληρώσει την θεραπευτική συνεργασία αφού πρώτα, εκπαιδεύσει το ζευγάρι σε τρόπους διαχείρισης του άγχους που στέκεται εμπόδιο στην προσωπική τους ολοκλήρωση.
Γιατί αν ακούσουμε τα λόγια των ανθρώπων που φέρουν την ιδιότητα των γονιών, τότε ίσως αναλογιστούμε ότι η γέννηση ενός μωρού μπορεί να σηκώνει φουρτούνες στις ήρεμες θάλασσες αλλά, ταυτόχρονα προσφέρει στους ανθρώπους που συνέβαλαν στην οργανική του υπόσταση να πλέουν σε πελάγη ευτυχίας κάθε φορά που κρατούν στην αγκαλιά τους τον ανθρώπινο οργανισμό που μόλις γεννήθηκε.
Βασιλική Βενέτη
Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Υπεύθυνη του «Διεπιστημονικού Δικτύου Εξειδίκευσης Επαγγελματιών Ψυχικής Υγείας»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου